Μετάβαση στο περιεχόμενο

Γαλλική λογοτεχνία του Μεσαίωνα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Οι πολύ πλούσιες ώρες του δούκα του Μπερύ (1412-1416), χειρόγραφο του 15ου αιώνα
Ο θάνατος του Ρολάνδου, μινιατούρα του Ζαν Φουκέ, από τα Μεγάλα Χρονικά της Γαλλίας, περίπου 1455-1460.

Η μεσαιωνική λογοτεχνία της Γαλλίας αντιστοιχεί στα έργα που έχουν γραφτεί στα παλαιά γαλλικά και μέσα γαλλικά από τον 11ο έως τα τέλη του 15ου αιώνα και αποτελεί την απαρχή της Γαλλικής λογοτεχνίας.

Για τους ιστορικούς, ο Μεσαίωνας οριοθετείται ανάμεσα στην πτώση της Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (476) και την άλωση της Κωνσταντινούπολης (1453). Αλλά ο λογοτεχνικός Μεσαίωνας στη Γαλλία δεν έχει την ίδια έκταση. Έως τον 11ο αιώνα φιλόσοφοι και θεολόγοι έγραφαν στα λατινικά, που ήταν η επίσημη γλώσσα.

Οι υλικές και πολιτιστικές συνθήκες στη Γαλλία γύρω στο έτος 1100 ευνόησαν την ανάπτυξη τοπικών διαλέκτων και στον γραπτό λόγο, με παράλληλη υποχώρηση των λατινικών και εξασφάλισαν το κατάλληλο περιβάλλον για μια "Αναγέννηση του 12ου αιώνα".[1] Δημιουργήθηκε έτσι μια πληθώρα αξιόλογων έργων όλων των λογοτεχνικών ειδών. Τα πρώτα λογοτεχνικά κείμενα ήταν τα επικά άσματα που σύντομα έδωσαν τη θέση τους στην αυλική λογοτεχνία: λυρική ποίηση και αυλικό μυθιστόρημα. Ακολούθησαν οι αλληγορίες, η ανάπτυξη θεατρικών μορφών, τα ιστορικά χρονικά και το ξεκίνημα της αστικής λογοτεχνίας.

Αν και ο Εκατονταετής Πόλεμος και η πανδημία του Μαύρου Θανάτου του ΙΔ' αιώνα περιόρισαν αυτή τη δημιουργική παραγωγή, ο ΙΕ' αιώνας έθεσε τις βάσεις για τη Γαλλική Αναγέννηση.

Σελίδα από το Βιβλίο της ερωτοχτυπημένης καρδιάς, μυθιστόρημα αλληγορικό, γραμμένο από τον Ρενέ ντ'Ανζού, μινιατούρα του Μπαρτελεμύ ντ' Άικ (1457)

Το πρώτο γνωστό κείμενο της γαλλικής μεσαιωνικής λογοτεχνίας είναι η Ακολουθία της αγίας Ευλαλίας, η οποία στην πραγματικότητα είναι μια διασκευή σε 29 στίχους ενός λατινικού ποιήματος με θέμα θρησκευτικό και παιδαγωγικό, χρονολογείται από το 881-882.

Τα σημαντικά κείμενα της γαλλικής λογοτεχνίας, χρονολογούνται από τα μέσα του Μεσαίωνα, τον 11ο αιώνα, εποχή της ανάπτυξης των πόλεων, της γεωργίας και αύξησης του πληθυσμού μετά από περιόδους επιδρομών, όπου κυριαρχούσαν το πολιτικό χάος και οι επιδημίες.

Εξέλιξη της γαλλικής γλώσσας από τον 5ο έως τον 15ο αιώνα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα κελτικά ιδιώματα των κατοίκων της Γαλατίας εξαφανίστηκαν σταδιακά κατά τη διάρκεια της ρωμαϊκής κατάκτησης, προς όφελος των λατινικών: τα γραπτά λατινικά (κλασικά) και τα προφορικά (λαϊκά λατινικά). Τα κλασικά λατινικά διδάσκονταν στα σχολεία και παρέμεναν η επίσημη γλώσσα των θρησκευτικών τελετών, των επιστημονικών έργων, των νομοθετικών πράξεων και ορισμένων λογοτεχνικών έργων. Τα εκλαϊκευμένα λατινικά, που τα μιλούσαν οι στρατιώτες και οι Ρωμαίοι έμποροι και υιοθετήθηκαν από τους ντόπιους, εξελίχθηκαν σταδιακά παίρνοντας μορφές διαφορετικών ρομανικών διαλέκτων, ανάλογα με τις περιοχές της χώρας. Αυτές οι διάλεκτοι διακρίνονται σε δύο κλάδους : η γλώσσα του οïλ που μιλούσαν στα βόρεια του Λίγηρα, και η γλώσσα του οκ, στον νότο της Γαλλίας με κέντρο την Προβηγκία, όροι που προήλθαν από τον τρόπο που πρόφεραν το oui=ναι. Τον 9ο αιώνα οι ρομανικές διάλεκτοι είχαν ήδη διαφοροποιηθεί πολύ από τα λατινικά: για να γίνει κατανοητή, για παράδειγμα η Αγία Γραφή, γραμμένη στα λατινικά, ήταν απαραίτητα τα σχόλια. Με την ενίσχυση της βασιλικής εξουσίας, από τον 13ο αιώνα, τα φραγκικά, ιδίωμα εν χρήσει στην Ιλ-ντε-Φρανς, επιβλήθηκαν σιγά-σιγά στις άλλες γλώσσες και εξελίχθηκαν στα κλασικά γαλλικά.

Τον 9ο αιώνα, η ομιλούμενη γλώσσα είχε απομακρυνθεί τόσο από τη λατινική ή τη γαλλο-ρωμαϊκή που μερικές φορές ήταν απαραίτητο να χρησιμοποιηθούν γραπτώς τα ρομανικά, όπως μαρτυρούν οι Όρκοι του Στρασβούργου (842), που θεωρείται το πρώτο (μη λογοτεχνικό) κείμενο στα γαλλικά.

Οι γλώσσες που βρίσκουμε στα χειρόγραφα που χρονολογούνται από τον 9ο έως τον 13ο αιώνα είναι τα παλαιά γαλλικά. Συνέχισαν να εξελίσσονται, και κατά τον 14ο, 15ο και 16ο αιώνα άρχισαν να διακρίνονται τα μέσα γαλλικά.[2]

Επισκόπηση της περιόδου

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πρώτο λογοτεχνικό είδος στη γαλλική λογοτεχνία θεωρείται το επικό άσμα. Πρόκειται για έμμετρα αφηγήματα στα παλαιά γαλλικά, τα οποία βασίζονται συχνά στην προφορική παράδοση και στόχος τους ήταν να τραγουδηθούν με συνοδεία μουσικής. Πηγή έμπνευσης είναι η σχετικά πρόσφατη αλλά και παλαιότερη ιστορία, σε συνδυασμό με παγανιστικούς θρύλους της λατινικής, ελληνικής ή τευτονικής μυθολογίας. Η θεματολογία τους αφορά στην ιπποτική ανδρεία και την αντιπαράθεση με το Ισλάμ. Ο θρησκευτικός πόλεμος παίρνει πλέον επικές και ηρωικές διαστάσεις[3].

Μινιατούρα από ένα χειρόγραφο της Μυθιστορίας του Ρόδου

Η πρώιμη λυρική ποίηση, που εμφανίστηκε τον 12ο αιώνα, υμνεί τον αυλικό έρωτα, τη λατρεία του εραστή για την αγαπημένη του, που τη θεωρούσε πλάσμα ανώτερο. Αυτά τα ποιήματα τα τραγουδούσαν τρουβέροι και τροβαδούροι στις αυλές των αρχόντων.

Την ίδια εποχή (12ος-13ος αιώνας) εμφανίζεται το αυλικό μυθιστόρημα, που έχει ως κύρια θέματα τη λατρεία του μοναδικού, τέλειου και συχνά δυστυχισμένου αυλικού έρωτα, τις ατομικές περιπέτειες ενός ιππότη και το υπερφυσικό στοιχείο. Βασίζεται σε έργα της ελληνικής και λατινικής Αρχαιότητας, σε κελτικούς μύθους και σε ανατολικές επιρροές που οφείλονται στην επιστροφή των Σταυροφόρων.

Ένα δημοφιλές έργο που ήταν γνωστό σε όλη την Ευρώπη ήταν το αλληγορικό Μυθιστορία του ρόδου (1230).

Μικρογραφία από τη μάχη του Κρεσί του Λουαζέ Λιεντέ, Χρονικά του Ζαν Φρουασάρ (BNF, FR 2643, fol. 165v)

Η ηθικοδιδακτική λογοτεχνία άνθησε επίσης αυτή την περίοδο με τη συγγραφή εγκυκλοπαίδειας και άλλων διδακτικών έργων σε έμμετρο γαλλικό λόγο. Παράλληλα, μεγάλη δημοτικότητα απέκτησαν και οι αλληγορικοί μύθοι, με περιπέτειες ζώων προικισμένων με λογική. Η αλεπού, η αρκούδα, ο λύκος, ο κόκορας, ο γάτος, κ.λπ., το καθένα έχει ένα χαρακτηριστικό του ανθρώπινου χαρακτήρα: ανεντιμότητα, αφέλεια, πονηριά... Οι ανώνυμοι συγγραφείς στηλιτεύουν σ' αυτά τα ποιήματα τις αξίες των φεουδαρχικών θεσμών και την αυλική ηθική. 

Το θρησκευτικό θέατρο αναπτύσσεται κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα με τα Μυστήρια, παραστάσεις για τις μεγάλες θρησκευτικές εορτές. Αντίθετα με τα προηγούμενα λογοτεχνικά είδη που απευθύνονταν κυρίως στους ευγενείς, το θρησκευτικό θέατρο απευθύνεται σε ευρύτερο κοινό. Τον 15ο αιώνα εμφανίζεται το κωμικό θέατρο, η φάρσα, στο οποίο η Εκκλησία αντέδρασε σκληρά.

Τα πρώτα ιστορικά χρονικά που γράφτηκαν στα γαλλικά είναι ιστορίες των Σταυροφοριών, που χρονολογούνται από τον 12ο αιώνα. Μερικές από αυτές τις ιστορίες, όπως αυτές του Ζουανβίλ που απεικονίζουν τη ζωή του Αγίου Λουδοβίκου, είχαν ηθικό σκοπό και εξιδανικεύουν μερικά γεγονότα. Στη συνέχεια, τον Εκατονταετή πόλεμο (1337–1453) τον αφηγήθηκε ο Ζαν Φρουασάρ (1337-1410;) σε δύο βιβλία, τα Χρονικά.

Μετά τον Εκατονταετή πόλεμο, το έργο του ποιητή Φρανσουά Βιγιόν (1431-1463;), εκφράζει μια εξέγερση ενάντια στις αδικίες της εποχής του.

Το ερώτημα του συγγραφέα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η μεσαιωνική λογοτεχνία είναι ως επί το πλείστον ανώνυμη, υπάρχουν, ωστόσο, διάφοροι τύποι ανωνυμίας. Ακόμη κι αν δεν υπάρχει το όνομα του συγγραφέα, αυτός μπορεί να δώσει στοιχεία ώστε να αποκρυπτογραφηθεί το όνομα του, για παράδειγμα μέσα από ένα αίνιγμα, τη χρήση του πρώτου ή τρίτου προσώπου στην αφήγηση, την τοποθέτηση λογοπαιγνίου που περιέχει το όνομά του στον πρόλογο ή τον επίλογο, την παράθεση άλλων έργων του, την εμφάνισή του σε ένα χαρακτήρα του έργου. Η ανωνυμία οφείλεται συνεπώς, είτε σε κάποιο ηθικό λόγο, είτε στην ταπεινοφροσύνη που ήταν πολύ σημαντική έννοια κατά τον Μεσαίωνα, ή σε παιγνιώδη διάθεση.

Από ένα χειρόγραφο σε άλλο, το έργο μπορεί να αλλάξει ανάλογα με τον αντιγραφέα, επειδή δεν υπάρχει καλλιτεχνική ιδιοκτησία, αυτό είναι συχνό φαινόμενο στα ποιήματα των τροβαδούρων.

Συχνά, στην αρχή ενός χειρόγραφου υπάρχει μια «βιογραφία» του συγγραφέα, γραμμένη από κάποιον άλλο, το πρόβλημα είναι ότι αυτή η βιογραφία αντλεί πληροφορίες από το έργο, σαν να ήταν το φανταστικό διήγημα μια αφηγηματική βιογραφία. Γενικά, αυτές οι βιογραφίες είναι, λανθασμένες.

Η έννοια της ταπεινοφροσύνης είναι πολύ σημαντική επίσης για να κατανοήσουμε τον τρόπο με τον οποίο παρουσιάζονται ορισμένοι συγγραφείς στα έργα τους, γεγονός που εξηγεί γιατί πολλοί συγγραφείς εμφανίζονται σαν τυφλοί (η όραση είναι η ευγενέστερη αίσθηση), άσχημοι (όπως ο Σωκράτης ή ο Αίσωπος), ανάπηροι, λεπροί, τραυλοί, καμπούρηδες...

Έργα και συγγραφείς

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κύριο άρθρο: Επικό άσμα

Τα επικά άσματα (les chansons de geste) είναι μακροσκελή ποιήματα με χιλιάδες στίχους, που μεταφέρουν συχνά προφορικές παραδόσεις και προορίζονταν να τραγουδηθούν με συνοδεία μουσικής στο κοινό. Η λέξη «geste» σημαίνει εδώ πολεμικά κατορθώματα, άρα είναι τραγούδια ανδραγαθημάτων. Διηγούνται μύθους, ιστορικά γεγονότα και πολεμικά κατορθώματα του παρελθόντος με έντονο το υπερφυσικό και μαγικό στοιχείο, και συγχρόνως αναδεικνύουν τα ιδανικά της ιπποσύνης. Το παλαιότερο και πιο διάσημο είναι το Άσμα του Ρολάνδου που γράφτηκε τον 11ο αιώνα και είναι το σπουδαιότερο εθνικό έπος της Γαλλίας. Αφηγείται, εξιδανικεύοντάς τα, τα κατορθώματα του στρατού του Καρλομάγνου, τις μάχες του εναντίον των Σαρακηνών και τον θάνατο του Ρολάνδου από προδοσία στη μάχη του Ρονσεβώ (778).

Τα επικά άσματα από τον 11ο έως τον 13ο αιώνα είναι στην πλειοψηφία τους γραμμένα στη γλώσσα του οïλ, τη διάλεκτο της βόρειας Γαλλίας. Στην εποχή τους θεωρούνταν αληθινές ιστορίες και όχι μυθοπλασία. Ο ήρωας ήταν ένας ιππότης που ενσάρκωνε την εντιμότητα, τη γενναιότητα, τη συνέπεια, τον σεβασμό προς τη γυναίκα, την προστασία των αδυνάτων, δηλαδή τις αξίες της ιπποσύνης, τα φεουδαρχικά ιδανικά και, φυσικά, την ακλόνητη πίστη στον Θεό.

Η μάχη του Ρονσεβώ (778) και ο θάνατος του Ρολάνδου, μινιατούρα από τα «Τα Μεγάλα Χρονικά της Γαλλίας του Καρόλου Ε'», περίπου 1370-1375 Η μάχη του Ρονσεβώ (778) και ο θάνατος του Ρολάνδου, μινιατούρα από τα «Τα Μεγάλα Χρονικά της Γαλλίας του Καρόλου Ε'», περίπου 1370-1375
Η μάχη του Ρονσεβώ (778) και ο θάνατος του Ρολάνδου, μινιατούρα από τα «Τα Μεγάλα Χρονικά της Γαλλίας του Καρόλου Ε'», περίπου 1370-1375

Παρόλο που ήταν η εποχή των Σταυροφοριών και αφθονούσαν οι σύγχρονες περιπέτειες, έβρισκαν ωστόσο ευχαρίστηση να θυμούνται τα παλιά, νοσταλγούσαν τον Καρλομάγνο, ακόμη και τον Μέγα Αλέξανδρο. Σε πολλές περιπτώσεις οι μοναχοί προμήθευαν τα ιστορικά στοιχεία και ο κάθε τροβαδούρος έκανε τις δικές του παραλλαγές. Υπήρξε βαθιά η επήρεια που είχαν πάνω στα ήθη αυτά τα άσματα που επαναλαμβάνονταν παντού και αποτυπώνονταν στη μνήμη με τον ρυθμό και την ομοιοκαταληξία τους και συνέβαλαν στη διαμόρφωση της γαλλικής ψυχής.[4]

Ένα χαρακτηριστικό του επικού άσματος είναι ότι για αιώνες διατήρησε ζωντανή στη μνήμη του κοινού την ιπποτική παράδοση ως πολιτιστική αξία.

Έχουν ομαδοποιηθεί σε τέσσερις κύριους κύκλους: τον κύκλο του Καρλομάγνου, τον κύκλο του Γουλιέλμου της Οράγγης, τον κύκλο του Ντουν της Μαγεντίας και τον κύκλο των τεσσάρων γιων Αιμόν.

Το αυλικό μυθιστόρημα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ο θάνατος του Τριστάνου και της Ιζόλδης, μικρογραφία περίπου 1475

Κύριο άρθρο: Αυλικό μυθιστόρημα, αυλική λογοτεχνία

Στις δουκικές και πριγκιπικές αυλές της Γαλλίας του 12ου αιώνα γεννήθηκε ένα νέο αφηγηματικό είδος που επικεντρώνονταν στις αισθηματικές σχέσεις του ιππότη και της αγαπημένης του και έδιναν ιδιαίτερη έμφαση στον αυλικό έρωτα και στην παράσταση των ιδανικών του ιπποτισμού. Γράφτηκαν στη ρομανική γλώσσα παλαιά γαλλικά, και όχι στα λατινικά που ήταν η κυρίαρχη γλώσσα της εποχής, και γι'αυτό ονομάστηκαν ρομάν, από το οποίο προέρχεται ο όρος μυθιστόρημα (ρομάν) στα γαλλικά[5]. Τα πρώτα έργα ήταν γραμμένα σε οκτασύλλαβο στίχο και τα μεταγενέστερα σε πεζό. Ήταν μυθοπλαστικές αφηγήσεις που περιέγραφαν φανταστικές ιστορίες για να ψυχαγωγήσουν και να καταπλήξουν το κοινό και, σε αντίθεση με το επικό άσμα, τα ιπποτικά κατορθώματα δεν είχαν ιστορικό θέμα αλλά στόχευαν να ευχαριστήσουν την αγαπημένη του ιππότη. Οι ερωτικές, ιπποτικές και περιπετειώδεις ιστορίες ήταν κατά κανόνα δημιουργήματα αυλικών συγγραφέων που είχαν μελετήσει γραμματική, ρητορική και λογική και έγραφαν για να διασκεδάσουν τους αριστοκράτες πάτρωνές τους.[6] Απεικόνιζαν τα ιδανικά της εποχής, τις αυλικές αξίες: τη δύναμη, τη λατρεία, τη γενναιοδωρία και την κομψότητα. Κυριότερος εκπρόσωπος ήταν ο Κρετιέν ντε Τρουά, ο οποίος με πηγή το έμμετρο χρονικό Μυθιστορία του Βρούτου (1155) του Αγγλο-Νορμανδού Γουέις, έγραψε τα Ερέκ και Ενίντ, Κλίγης, Λάνσελοτ ή ο Ιππότης του κάρου, Υβαίν ή ο Ιππότης με το λιοντάρι, και Πέρσιβαλ ή ο θρύλος του Άγιου Δισκοπότηρου.

Ενώ το επικό άσμα είναι εμπνευσμένο από το θέμα της Γαλλίας, δηλαδή τον Καρλομάγνο και το περιβάλλον του, τα αυλικά μυθιστορήματα βασίζονταν

Ηθικοδιδακτική και σατιρική λογοτεχνία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ενώ στις βασιλικές αυλές και στους πύργους οι αβροί τρόποι προετοίμαζαν έναν πολιτισμό αριστοκρατικό, που θα φτάσει στο ζενίθ του τον 17ο αιώνα, αστοί και κληρικοί έγραφαν και αυτοί στίχους σε ύφος όμως μάλλον σκωπτικό. Ο ποιητής που διασκέδαζε τον λαό ήταν αυτός που σατίριζε τις γυναίκες και τις αξιώσεις τους, τον ιππότη και την ανωτερότητά του, που συχνά ήταν περιφρονητική, ακόμη και την εκκλησία. Έτσι είδε το φως μια λογοτεχνία που ήταν ηθικοδιδακτική, μια σάτιρα ισοπεδωτική, σε αντίθεση με το επικό άσμα και την αυλική λογοτεχνία.[8]

Ένα από τα πιο δημοφιλή ποιήματα του Μεσαίωνα είναι η Μυθιστορία του Ρόδου, που αποτελείται από δύο μέρη, το πρώτο (περ. 1230) γραμμένο από τον Γκιγιώμ ντε Λορίς (Guillaume de Lorris) και το δεύτερο, η συνέχεια (περ. 1275), του Ζαν ντε Μεν (Jean de Meung). Το πρώτο τμήμα είναι ένας ύμνος στον έρωτα, μια αλληγορία ενός συναρπαστικού ονείρου, όπου μία κοπέλα, την οποία συμβολίζει ένα μπουμπούκι ρόδου, πολιορκείται ερωτικά μέσα σε έναν κήπο, που αναπαριστά την αυλική κοινωνία. Η συνέχεια που έγραψε ο Ζαν ντε Μεν διαφέρει ουσιαστικά, καθώς ο συγγραφέας έγραψε από τη σκοπιά του αστού και ξεπέρασε τον αρχικό αυλικό κώδικα. Ενώ λοιπόν στο πρώτο μέρος περιέχεται «ολόκληρη η τέχνη του έρωτα», το δεύτερο μέρος είναι σατιρικό και διδακτικό και περιέχει καυστική σάτιρα και κοινωνική κριτική. Και τα δύο όμως έχουν χαρακτήρα διδακτικό. Το πρώτο είναι αυλικός ερωτικός κώδικας, το δεύτερο, ένα σύνολο ηθικών, κοινωνικών και φιλοσοφικών ιδεών του συγγραφέα.

Ο Ρενέ του Ανζού, ο Βασιλιάς Ρενέ (1409-1480), έγραψε επίσης μια αλληγορική ιστορία, Το Βιβλίο της ερωτευμένης καρδιάς(1457), μισό σε πεζό λόγο και μισό σε στίχους, μια ιπποτική ερωτική διήγηση.

Η διδακτική λογοτεχνία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Από τον 12ο αιώνα εμφανίστηκαν έργα σε στίχο ή σε πεζό λόγο με ηθικοδιδακτικό περιεχόμενο και μεγάλη απήχηση στο κοινό:

  • Μύθοι με ζώα του Guillaume Le Clerc de Normandie (περ. 1210).
  • Λόγια : Λόγια από τους δρόμους του Παρισιού, Λόγια της μονής, κ.λπ.
  • Το Βιβλίο για την εκπαίδευση των θυγατέρων του ιππότη του La Tour Landry
  • Το Tacuinum Sanitatis, μια ιατρική πραγματεία
  • Τα Περιεχόμενα του τραπεζιού, σύντομο κείμενο σε στίχους για τους καλούς τρόπους τραπέζι, για να την εκπαίδευση των παιδιών (15ος αιώνας).

Η αστική και σατιρική λογοτεχνία 

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Εικονογραφημένο χειρόγραφο της Μυθιστορίας του Ρενάρ, τέλη του 13ου αιώνα.

Η αστική και σατιρική λογοτεχνία έρχεται σε αντίθεση με το φεουδαλικό, ιπποτικό ή αυλικό πνεύμα, αντιπαραθέτοντας τη σάτιρα, την παρωδία και το χιούμορ και ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής στον απλό λαό.

  • Τα Iσοπέ, από τα οποία το πιο γνωστό είναι αυτό της Μαρίας της Γαλλίας (1160-1210)
  • Η μυθιστορία του Ρενάρ (τέλη του 12ου αιώνα), μια σειρά ευτράπελων ιστοριών που παρωδούσαν τα επικά άσματα και τις ιπποτικές μυθιστορίες και όπου τα ζώα υποκαθιστούν τις αρχόντισσες και τους ήρωες.
  • Τα έμμετρα παραμύθια (Fabliaux, από την παλαιά γαλλική λέξη fable= μύθος,13ος-14ος αιώνας). Ήταν μικρά αφηγηματικά ποιήματα γραμμένα για να ψυχαγωγήσουν. Περιέγραφαν καταστάσεις παρμένες από τη ζωή με τρόπο ρεαλιστικό και πολλά προκαλούσαν γέλιο με το άσεμνο περιεχόμενο και τις βωμολοχίες τους.
  • Τα έργα του Ρυτμπέφ

Πρώιμη λυρική ποίηση

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά τον 12ο και 13ο αιώνα, η έκφραση των προσωπικών συναισθημάτων που απέρρεαν από τον εξιδανικευμένο αυλικό έρωτα εκφράστηκε με τα τραγούδια των τροβαδούρων και των τρουβέρων που κινήθηκαν κυρίως γύρω από τις θεματικές της προσωπικής περιπέτειας και της εξιδανίκευσης των σχέσεων. Συχνά ο ποιητής μιλά σε πρώτο πρόσωπο, υπονοώντας ότι τα συναισθήματα είναι δικά του.

Τα περισσότερα λυρικά ποιήματα είναι ανώνυμα, υπάρχουν όμως και μερικοί επώνυμοι δημιουργοί όπως ο Αντάμ ντε λα Αλ που στο έργο του περιλαμβάνονται και τα μουσικά παιχνίδια, τραγουδιστοί διάλογοι που σχολίαζαν ερωτικά επεισόδια.

Ο Παρισινός ποιητής του 13ου αιώνα Ρυτμπέφ, πολυμαθής, άνθρωπος των γραμμάτων, είναι ο τελευταίος τρουβέρος και πρώτος ποιητής των νεότερων χρόνων. Στο έργο του επέκρινε και σατίριζε τους μοναχούς. Με τους στίχους του έγινε η ηχώ της ανθρώπινης αδυναμίας, της αβεβαιότητας και της φτώχειας, σε αντιπαράθεση με τις αυλικές αξίες. 

14ος και 15ος αιώνας

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Φρανσουά Βιγιόν

Οι αυλικοί ποιητές του 15ου αιώνα έχουν ως κοινό σημείο μια μεγάλη τυπική ελευθερία στη στιχουργία, το λεξιλόγιο και τη γραμματική. Στα μισά του 14ου αιώνα εμφανίστηκαν νέα είδη λυρικής ποίησης : τα ροντό, οι μπαλάντες, τα βιρελαί, οι ύμνοι, τα βασιλικά άσματα. Eπίσης, έργα σε ημιδραματική μορφή, όπως το ποιμενικό (pastourelle) και το τραγούδι της αυγής (aube)[9].Οι κυριότεροι ποιητές αυτής της εποχής είναι

  • Ο Γκιγιώμ ντε Μασώ (1300-1377), ποιητής και συνθέτης. Ο Μασώ συνέβαλε να εξελιχθεί το μοτέτο αλλά και άλλες θρησκευτικές φόρμες όπως το ροντό και το βιρελαί. Έγραψε την πρώτη ολοκληρωμένη «Λειτουργία» που μας σώζεται.[10]
  • Ο Εστάς Ντεσάν (περ. 1340 - 1405) έγραφε σε έμμετρο λόγο ερωτικές αλλά και διδακτικές μπαλάντες. Τα ποιήματά του είναι πολύτιμη πηγή πληροφοριών σχετικά με την πολιτική και κοινωνική ιστορία της εποχής του. Το πιο εκτεταμένο έργο του είναι Ο καθρέφτης του γάμου, μια καυστική σάτιρα προς τις γυναίκες. Έγραψε επίσης την πρώτη πραγματεία για τη γαλλική ποίηση αλλά και μύθους, μερικοί από τους οποίους ενέπνευσαν τον Ζαν ντε λα Φονταίν.
  • Η Κριστίν ντε Πιζάν (1364 - 1430) έγραψε ποιήματα και πεζογραφία που την έκαναν γνωστή στην Ευρώπη ως μία σημαντική συγγραφέα της εποχής της. Η φήμη της της επέτρεψε να επεκταθεί και πέρα από τη βασιλική αυλή και να καθιερωθεί ως μία συγγραφέας που ασχολήθηκε με τη θέση των γυναικών στην κοινωνία, υπέρμαχος της ισότητας στην εκπαίδευση. Το βιβλίο της πόλης των κυριών (1405) είναι ένα από τα πρώτα φεμινιστικά έργα στη λογοτεχνία.
  • Ο Κάρολος της Ορλεάνης (1394-1465), δούκας της Ορλεάνης. Υπήρξε διάσημος ποιητής της εποχής του και έγραψε περισσότερα από πεντακόσια ποιήματα, τα περισσότερα από τα οποία κατά τη διάρκεια της 25ετούς αιχμαλωσίας του στην Αγγλία. Τα ποιήματά του διακατέχονται από έντονο αίσθημα μελαγχολίας.
  • Ο Φρανσουά Βιγιόν (1431 - εξαφανίστηκε το 1463), η μεγαλύτερη φυσιογνωμία στην ύστερη μεσαιωνική λογοτεχνία της Γαλλίας. Τα έργα του η Διαθήκη (Le Testament) και η Μικρή διαθήκη (Le Petit Testament) είναι τα πιο σημαντικά της παλαιάς γαλλικής λογοτεχνίας. Ορφανός ευγενούς καταγωγής και καλός μαθητής, στη συνέχεια καταδικάστηκε για ληστεία και φόνο. Το έργο του, λόγιο και λαϊκό συγχρόνως, αντανακλά την εποχή του. Ήταν ένας λόγιος που έκανε ζωή αλήτη. Θεωρείται ο πρώτος «καταραμένος ποιητής». Ο Βιγιόν σηματοδοτεί τη μετάβαση της Γαλλίας από τον Μεσαίωνα στην Αναγέννηση.

Κύριο άρθρο: Μεσαιωνικό θέατρο

Μετά την πτώση της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και την επικράτηση του Χριστιανισμού το οργανωμένο θέατρο απαγορεύτηκε, ως τέχνη ταπεινή που δεν εξυπηρετούσε κανένα σκοπό. Πολύ πριν κάνει την επανεμφάνιση του μεσαιωνικό θεάτρου τον 10ο αιώνα, επιβίωσαν μόνο κάποιοι συνεχιστές της ρωμαϊκής μιμικής παράδοσης, δηλαδή τραγουδιστές, μίμοι, ακροβάτες, χορευτές, σαλτιμπάγκοι και ταχυδακτυλουργοί.

Τα παλαιότερα μεσαιωνικά θεατρικά έργα είχαν θρησκευτικό περιεχόμενο. Τα Λειτουργικά δράματα εξελίχθηκαν στα ονομαζόμενα Μυστήρια και αντλούσαν το θέμα τους από την Αγία Γραφή σε αντίθεση με τα Θαύματα, που βασίζονταν στους βίους των αγίων. Σταδιακά αναπτύχθηκαν και άλλα είδη θεατρικής δραστηριότητας, ψυχαγωγικά, όπως η φάρσα που είχε καθαρά κοσμικό χαρακτήρα.

Το πρώτο χειρόγραφο θεατρικού έργου στη Γαλλία χρονολογείται από το δεύτερο μισό του 12ου αιώνα. Είναι Το έργο του Αδάμ που έχει χαρακτήρα θρησκευτικό και κοινωνικό.

Το Λειτουργικό δράμα, τα Μυστήρια, τα Θαύματα και οι Ηθικές αλληγορίες

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Heures d'Étienne Chevalier μινιατούρα του Ζαν Φουκέ, Μουσείο Κοντέ, 15ος αιώνας. Οι θεατές παρακολουθούν ένα Μυστήριο αφιερωμένο στη μάρτυρα αγία Απολίνα.

Μετά από αιώνες ανυπαρξίας το θέατρο αναβίωσε στον Μεσαίωνα μέσα από τη λειτουργία της Εκκλησίας. Ήδη από τον 10ο αιώνα παρουσιάζονταν δραματοποιημένα ορισμένα μέρη των λειτουργιών του Πάσχα και των Χριστουγέννων, το λειτουργικό δράμα. Καθώς αυτές οι σύντομες αναπαραστάσεις αυξάνονταν, δημιουργήθηκαν στα πλαϊνά του εσωτερικού των εκκλησιών μικρές σκηνές, όπου παρουσιάζονταν τα δράματα, σύμφωνα με το χριστιανικό εορτολόγιο. Σκοπός της δραματοποίησης ήταν να μεταδώσει πιο παραστατικά στον αμόρφωτο λαό το βαθύτερο νόημα των γεγονότων που γιορτάζονταν τελετουργικά με τη Λειτουργία. Τα κείμενα ήταν τα λατινικά. Μερικά από τα σωζόμενα λειτουργικά δράματα είναι Οι μωρές Παρθένες - οι Προφήτες του Χριστού - Το Δράμα του Αδάμ - Το έργο της Αναστάσεως.

Τα λειτουργικά δράματα από τον 13ο αιώνα άρχισαν να παίζονται στα προαύλια των εκκλησιών και τέλος, στις πλατείες. Επικράτησε η καθομιλουμένη, οι διάλογοι αντικατέστησαν την αντιφωνική ψαλμωδία και απομακρύνθηκαν από τον λειτουργικό χαρακτήρα που είχαν αρχικά. Με αυτή τη μορφή έγιναν γνωστά ως Μυστήρια και πλέον οργανώνονταν από επαγγελματικές συντεχνίες. Τα εκκλησιαστικά άμφια αντικαταστάθηκαν από ρούχα της εποχής και τα σκηνικά έγιναν πιο ρεαλιστικά. Συγχρόνως, εξελίχθηκαν τα Θαύματα, έργα με αφήγηση της ζωής, των θαυμάτων και του μαρτυρίου αγίων. Σταδιακά, ανάμεσα στα θρησκευτικά έργα άρχισαν να παίζονται κωμικές φάρσες. Μερικά από τα πιο γνωστά Μυστήρια είναι Τα Πάθη του Αρνούλ Γκρεμπάν, Τα Πάθη του Ζαν Μισέλ, Το Μυστήριο του Αγίου Λουδοβίκου του Πιέρ Γκρενγκουάρ, Το Μυστήριο της Τροίας, του Ζακ Κερί. Και ορισμένα Θαύματα, όπως Το Θαύμα του Θεοφίλου του Ρυτμπέφ και Τα Θαύματα της Παναγίας.

Οι Ηθικές αλληγορίες είχαν αλληγορικό χαρακτήρα και πάντα διδακτικό σκοπό. Για διασκέδαση των θεατών συχνά παρεμβάλλονταν μια φάρσα.

Αντάμ ντε λα Αλ

Η κωμωδία εμφανίστηκε σαν θεατρικό είδος στην πόλη, ειδικά στο Αράς με την περίφημη Συντεχνία των σαλτιμπάγκων και αστών του Αράς, στην οποία ανήκε και ο Αντάμ ντε λα Αλ. Επτά θεατρικά έργα υπάρχουν από αυτή την εποχή. Δύο από αυτά είναι: Το Παιχνίδι της Φυλλωσιάς, το πρώτο σχετικά αξιόλογο κωμικό έργο με κοσμικό περιεχόμενο που έγραψε ο Αντάμ ντε λα Αλ το 1276, έργο σατιρικού χαρακτήρα, όπου ο συγγραφέας αναφέρεται σκωπτικά σε μέλη της οικογένειάς του, τους φίλους του και τους συμπολίτες του. Το Παιχνίδι του Ρομπέν και της Μαριόν επίσης του Αντάμ ντε λα Αλ.

Τα είδη της κωμωδίας που αναπτύχθηκαν τον Μεσαίωνα

  • Η φάρσα, που είχε συνήθως για θέμα τη χωριάτικη κουτοπονηριά, τη φυγοπονία, τη σχέση ανάμεσα σε αφέντη και υπηρέτη, ή ανάμεσα σε συζύγους. Η Φάρσα του κυρ-δικηγόρου Πατελέν.
  • Η μωρία, που ήταν κωμωδία παιγμένη από μωρούς που φορούσαν κοστούμια ταιριαστά με τους ρόλους τους, ήταν απροκάλυπτα σατυρική και τελικά έσβησε γιατί τη χρησιμοποιούσαν πολλές φορές σαν μέσο πολιτικής επίθεσης. Το έργο του πρίγκιπα των τρελών του Πιέρ Γκρενγκουάρ.[11]
  • Η διακωμώδηση των κηρυγμάτων, καυστική σάτιρα της Εκκλησίας.

Η Διδακτική λογοτεχνία : χρονικά, κήρυγμα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η κύρια μορφή ιστοριογραφίας στον Μεσαίωνα είναι τα χρονικά. Τα περισσότερα χρονικά γράφτηκαν σε μοναστήρια, το σημαντικότερο των οποίων ήταν το αβαείο του αγίου Διονυσίου στο Παρίσι. Στην αρχή γράφονταν αποκλειστικά στα λατινικά, όπως η Χρονογραφία του Φρεντεγκάριους (7ος-8ος αιώνας), τα Χρονικά του Μετς, που διηγούνται την ιστορία των Φράγκων από την ίδρυση του βασιλείου τους τον 5ο αιώνα ως το 904, τα Χρονικά του αγίου Μπερτίνου ή η συλλογή Μεγάλα Χρονικά της Γαλλίας του Συζέρ (αρχές 12ου αιώνα). Από τα τέλη του 12ου αιώνα οι χρονικογράφοι άρχισαν να χρησιμοποιούν την κοινή γλώσσα, τα παλαιά γαλλικά. Γράφτηκαν τότε, ανάμεσα σε άλλα, η Ιστορία του ιερού πολέμου του Αμβρόσιου του Εβρέ (τέλη 12ου αιώνα), που αναφέρεται στην Γ' Σταυροφορία, δύο Χρονογραφίες της Δ' Σταυροφορίας του Ροβέρτου ντε Κλαρί και του Γοδεφρείδου Βιλλεαρδουίνου, έργα μεγάλης ιστορικής αλλά και λογοτεχνικής αξίας, η Ιστορία του αγίου Λουδοβίκου (1309) του Ζουανβίλ και μεταφράστηκαν από τα λατινικά τα Μεγάλα Χρονικά της Γαλλίας, που η σύνταξή τους συνεχίστηκε ως την άνοδο στον θρόνο του Λουδοβίκου ΙΑ', το 1461.

Μερικοί από τους πιο γνωστούς χρονικογράφους είναι:

Στον Μεσαίωνα το κήρυγμα της Καθολικής λατρείας εξελίχθηκε σε λογοτεχνικό είδος, τα περισσότερα όμως κείμενα είναι στα λατινικά. Μερικοί από τους πιο ονομαστούς ιεροκήρυκες ήταν

  • Ο Άγιος Μπέρναρντ (1091-1153), ο οποίος μας άφησε περίπου ογδόντα τέσσερα κηρύγματα στα γαλλικά, μεταφρασμένα από το λατινικό κείμενο.
  • Ο Μωρίς ντε Σιλύ (; -1196), επίσκοπος του Παρισιού, ο οποίος μας άφησε μια συλλογή από κηρύγματα στα γαλλικά, που έγραφε ο ίδιος για τους ιερείς του.
  • Ο Ζακ ντε Βιτρύ (; -1240), συγγραφέας πολλών ιστορικών και μυστικιστικών έργων, που έχει συγκεντρώσει πολλά κηρύγματα για να τα χρησιμοποιούν οι ιεροκήρυκες.
Γαλλική λογοτεχνία
Λοιπά λήμματα


  1. Αναγέννηση του 12ου αιώνα - όρος που εισήγαγε ο μελετητής ιστορικός Charles Homer Haskins (1870 – 1937)
  2. Hagège, Claude. Η πνοή της γλώσσας. εκδ. Κάτοπτρο. 
  3. «Ευρωπαϊκή Μεσαιωνική ιστορία». 
  4. Ιστορία της Γαλλίας, Μεσαίωνας. Αντρέ Μωρουά. σελ. 69, τόμος Α'. 
  5. Ο όρος roman στα Γαλλικά έχει δύο σημασίες. Σημαίνει τη ρομανική γλώσσα αλλά και το μυθιστόρημα, που ονομάστηκε έτσι από τη γλώσσα που ήταν γραμμένο
  6. Britannica. Εγκυκλοπαίδεια. σελ. 151, τόμος16. 
  7. Britannica. Εγκυκλοπαίδεια. σελ. 151, τόμος 16. 
  8. Αντρέ Μωρουά. Η ιστορία της Γαλλίας. σελ. 71, τόμος Α'. 
  9. Britannica. Εγκυκλοπαίδεια. σελ. 152, τόμος 16. 
  10. «Academic Dictinnaries». 
  11. Britannica. Εγκυκλοπαίδεια. σελ. 152, τόμος16. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]