Εκστρατεία του Προύθου
Ρωσοτουρκικός πόλεμος (1710–1711) | |||
---|---|---|---|
Μεγάλος Βόρειος Πόλεμος & Ρωσοτουρκικοί πόλεμοι | |||
Χάρτης της εκστρατείας στον ποταμό Προύθο | |||
Χρονολογία | 1710–1711 | ||
Τόπος | ποταμός Προύθος | ||
Έκβαση | Οθωμανική νίκη[1] Συνθήκη του Προύθου[2] | ||
Αντιμαχόμενοι | |||
Ηγετικά πρόσωπα | |||
Δυνάμεις | |||
| |||
Απολογισμός | |||
|
Ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος (1710–1711) επίσης γνωστός και ως “Εκστρατεία του Προύθου”, ξέσπασε, κατά τη διάρκεια του Μεγάλου Βόρειου Πολέμου, ως συνέπεια της ήττας των σουηδικών δυνάμεων από το Βασίλειο της Ρωσίας [4] στη Μάχη της Πολτάβας και τη προσφυγή του τραυματία Καρόλου ΙΒ΄ της Σουηδίας στην αυλή του Οθωμανού Σουλτάνου Αχμέτ Γ΄.[5] Μετά από τις συνεχείς απαιτήσεις του Καρόλου για πίεση στη Ρωσία, οι Οθωμανοί κήρυξαν τελικά τον πόλεμο κατά της Ρωσίας στις 20 Νοεμβρίου 1710.[5] Παράλληλα με αυτά τα γεγονότα, ο πρίγκιπας Δημήτριος Καντιμήρης του Πριγκιπάτου της Μολδαβίας (προπομπός της σημερινής Μολδαβίας) και ο Πέτρος ο Μέγας υπέγραψαν τη Συνθήκη του Λουτσκ (Treaty of Lutsk,13 Απριλίου 1711), με την οποία η Μολδαβία δεσμεύτηκε να υποστηρίξει τη Ρωσία στον πόλεμο εναντίον των Οθωμανών με τα στρατεύματα της, αλλά και επιτρέποντας στο ρωσικό στρατό να διασχίζει τα εδάφη της και να τοποθετεί φρουρές του στα μολδαβικά φρούρια. Αφού συγκεντρώθηκε κοντά στη μολδαβική πρωτεύουσα, το Ιάσιο, ο ενωμένος αυτός στρατός άρχισε να προελαύνει, στις 11 Ιουλίου 1711, προς το νότο, κατά μήκος του ποταμού Προύθου με βασική πρόθεση να διασχίσει τον ποταμό Δούναβη και να εισβάλει στη Βαλκανική Χερσόνησο.
Ιστορικό
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Μάχη του Στανιλέστι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το κύριο και καθοριστικό γεγονός της σύγκρουσης ήταν η τετραήμερη μάχη στο Στανιλέστι (Stănileşti),[6] η οποία ξεκίνησε στις 18 Ιουλίου 1711 και που λόγω της ημιτελούς προετοιμασίας των μολδαβικών και ρωσικών στρατευμάτων, στην αρχή υπό τον Δημήτριο Καντιμήρη και στη συνέχεια υπό τον Πέτρο τον Μέγα και τον στρατηγό Μπαρίς Σερεμέτιεφ, το μεγαλύτερο δε τμήμα του στρατού αυτού, περικυκλώθηκε και αναγκάστηκε να παραδοθεί, στις 22 Ιουλίου 1711, στον μεγαλύτερο και ισχυρότερο οθωμανικό στρατό, τον οποίο διοικούσε ο Μεγάλος Βεζίρης Πακτσέμουεζιν Μπαλτατζή Μεχμέτ Πασάς.[7]
Πολιορκία της Βραΐλας
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Καθώς ο ρωσομολδαβικός στρατός κινήθηκε κατά μήκος του ποταμού Προύθου, παράλληλα ένα μέρος του υπό τον στρατηγό Καρλ Έβαλντ φον Ρον (Carl Ewald von Rönne) κινήθηκε προς τη Βραΐλα, πόλη με σημαντικό λιμάνι, η οποία βρίσκεται στην αριστερή όχθη του Δούναβη, στη Βλαχία, αλλά ελεγχόταν απευθείας από τους Οθωμανούς ως καζάς. Ο ρωσικός στρατός συναντήθηκε με τμήμα του στρατού της Βλαχίας, το οποίο διοικούσε ο σπαθάριος Θωμάς Καντακουζηνός, δεύτερος υψηλότερος στρατιωτικός διοικητής μετά τον πρίγκιπα, Κωνσταντίνο Μπρινκοβεάνου (Constantin Brâncoveanu), ο οποίος παρακούοντας τις εντολές του πρίγκιπα, ενώθηκε με τους Ρώσους. Οι δύο στρατοί επιτέθηκαν και κατέλαβαν τη Βραΐλα μετά από μια διήμερη πολιορκία, από τις 13 έως τις 14 Ιουλίου 1711.[8]
Αποτελέσματα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Συνθήκη ειρήνης
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η σύγκρουση έληξε στις 21 Ιουλίου 1711, με τη Συνθήκη του Προύθου, προς απογοήτευση του Καρόλου ΙΒ΄ της Σουηδίας. Η Συνθήκη ορίζει να επιστραφεί το Αζόφ στους Οθωμανούς, να κατεδαφιστεί το κάστρο του Ταγκανρόγκ και αρκετά ακόμη ρωσικά φρούρια, ενώ ο Τσάρος δεσμεύτηκε να σταματήσει να παρεμβαίνει στις υποθέσεις της Πολωνο-Λιθουανικής Κοινοπολιτείας. Οι Οθωμανοί απαίτησαν, επίσης, να χορηγηθεί στον Κάρολο ΙΒ΄ ασφαλής διέλευση προς τη Σουηδία και ζήτησαν από τον Τσάρο να του παραδώσει τον πρίγκιπα Δημήτριο Καντιμίρη. Παρά το γεγονός ότι ο Πέτρος συναίνεσε σε όλες τις απαιτήσεις, αρνήθηκε να εκπληρώσει το τελευταίο, με το πρόσχημα ότι Καντιμίρης είχε εγκαταλείψει το στρατόπεδο του.[9]
Συνέπειες
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Γεωργιανός συγγραφέας και ιστορικός Αλεξάντερ Μικαμπέριντζ (Alexander Mikaberidze) υποστηρίζει ότι ο Πακτσέμουεζιν Μπαλτατζή Μεχμέτ Πασάς έκανε σημαντικό στρατηγικό λάθος με την υπογραφή της συνθήκης με σχετικά εύκολους όρους για τους Ρώσους.[10] Αν δεν αποδεχόταν τις προτάσεις ειρήνευσης του Πέτρου του Μέγα και επεδίωκε να τον συλλάβει ως κρατούμενό του πιθανόν, η πορεία της ιστορίας θα μπορούσε να είχε αλλάξει. Χωρίς τον Τσάρο Πέτρο, η Ρωσία πιθανόν να μην γινόταν αυτοκρατορική δύναμη και συνεχής εχθρός της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στα Βαλκάνια, τη Μαύρη Θάλασσα και τον Καύκασο. Αν και η είδηση της οθωμανικής νίκης αντιμετωπίστηκε θετικά στην Κωνσταντινούπολη, μερίδα της κοινής γνώμης στράφηκε εναντίον του Μπαλταζί Μεχμέτ Πασά, ο οποίος κατηγορήθηκε για αποδοχή δωροδοκίας από τον Μέγα Πέτρο και στη συνέχεια απηλλάγη από τα καθήκοντά του.[11]
Μια άμεση συνέπεια του πολέμου ήταν επίσης η αλλαγή της Οθωμανικής πολιτικής έναντι των χριστιανικών υποτελών κρατιδίων της Μολδαβίας και της Βλαχίας. Προκειμένου να εδραιώσουν τον έλεγχο τους στις δύο αυτές Παραδουνάβιες Ηγεμονίες (από τις οποίες προέκυψε μεταγενέστερα η Μολδοβλαχία), οι Οθωμανοί θα αναλάβουν τον άμεσο έλεγχο, την ίδια χρονιά στη Μολδαβία (1711) και το 1716 στη Βλαχία, μέσω του διορισμού απευθείας χριστιανών ηγεμόνων ως πρίγκιπες, προερχόμενους από τους Φαναριώτες.
Ο πρίγκιπας της Μολδαβίας Δημήτριος Καντιμήρης κατέφυγε στη Ρωσία συνοδευόμενος από μεγάλη ακολουθία και οι Οθωμανοί ανέλαβαν τη διαδοχή στο θρόνο της Μολδαβίας με το διορισμό του Νικολάου Μαυροκορδάτου ως κυβερνήτη. Ο πρίγκιπας Κωνσταντίνος Μπρινκοβεάνου της Βλαχίας είχε κατηγορηθεί από τον Σουλτάνο για συνεννόηση με τον εχθρό. Όταν ο ρωσομολδαβικός στρατός ήταν σε κίνηση, ο Κωνσταντίνος Μπρινκοβεάνου είχε συγκεντρώσει τα στρατεύματά του στο Ουρλάτι (Urlați), κοντά στα μολδαβικά σύνορα, εν αναμονή της έναρξης της εισβολής των χριστιανικών στρατευμάτων στη Βλαχία προκειμένου είτε να προσφέρει τις υπηρεσίες του στον Πέτρο τον Μέγα είτε να ενταχθεί στην οθωμανική δύναμη, σε περίπτωση αλλαγής της τύχης. Όταν ο Θωμάς Καντακουζηνός μεταπήδησε στο ρωσικό στρατόπεδο, ο πρίγκιπας αναγκάσθηκε να ενταχθεί υπέρ των Οθωμανών και γρήγορα επέστρεψε τα δώρα που είχε λάβει προηγουμένως από τους Ρώσους. Μετά από τρία χρόνια, η καχυποψία και η εχθρότητα του Σουλτάνου απέναντι του, τελικά επικράτησαν και ο Κωνσταντίνος Μπρινκοβεάνου, τέσσερις γιοί του και ο σύμβουλος του Γιαννάκης Βακαρέσκου (ή Ιωάννης Βακαρέσκου, Ianache Văcărescu), συνελήφθησαν και εκτελέστηκαν στην Κωνσταντινούπολη.
Ο Κάρολος ΙΒ΄ της Σουηδίας και ο πολιτικός του σύμμαχος προ του πολέμου Χαν του Χανάτου της Κριμαία Ντεβλέτ Β΄ Γκιρέι, συνέχισαν τις προσπάθειές τους για να πείσουν το Σουλτάνο κηρύξει και άλλο πόλεμο. Την επόμενη άνοιξη οι υπέρμαχοι του πολέμου κατηγόρησαν τους Ρώσους για καθυστερήσεις στην εκπλήρωση των όρων της Συνθήκης και πλησίασαν πολύ κοντά στην επίτευξη του στόχου τους. Ο πόλεμος αποφεύχθηκε με διπλωματικά μέσα και μια δεύτερη συνθήκη υπεγράφη στις 17 Απριλίου 1712. Ένα χρόνο μετά από τη νέα Συνθήκη, αυτή τη φορά η φιλοπόλεμη μερίδα κέρδισε, κατηγορώντας τους Ρώσους για καθυστέρηση στην υποχώρηση τους από την Πολωνία. Ο Αχμέτ Γ΄ κήρυξε νέο πόλεμο, στις 30 Απριλίου 1713.[12] Ωστόσο, δεν υπήρξαν σημαντικές εχθροπραξίες και ακολούθησε, πολύ σύντομα, ακόμα μια συνθήκη ειρήνευσης. Τέλος, ο σουλτάνος ενοχλημένος από τη φιλοπόλεμη μερίδα αποφάσισε να βοηθήσει το Σουηδό βασιλιά να επιστρέψει στην πατρίδα του και καθαίρεσε επίσης τον Ντεβλέτ Β΄ Γκιρέι, από το θρόνο του Χανάτου της Κριμαίας στέλνοντάς τον εξορία στη Ρόδο που τότε ήταν επίσης οθωμανική κτήση, με την αιτιολογία ότι δεν επέδειξε τον πρέποντα σεβασμό στον Κάρολο ΙΒ΄, κατά τη διάρκεια των εκστρατειών εναντίον της Ρωσίας (ο Ντεβλέτ Β΄ Γκιρέι θεωρούσε τον Κάρολο ΙΒ΄ ως φυλακισμένο και αγνόησε τις εντολές του). Ο Κάρολος ΙΒ΄ εγκατέλειψε την Οθωμανική Αυτοκρατορία για την πόλη Στράλσουντ (Stralsund), στη Σουηδική Πομερανία, (Swedish Pomerania) η οποία τότε πολιορκούνταν από τα στρατεύματα της Σαξονίας, της Δανίας, της Πρωσίας και της Ρωσίας.
Δείτε επίσης
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Donald Quataert, The Ottoman Empire, 1700-1922, (Cambridge University Press, 2005), 41.
- ↑ Treaty of Pruth, Alexander Mikaberidze, Conflict and Conquest in the Islamic World: A Historical Encyclopedia, Vol. 1, ed. Alexander Mikaberidze, (ABC-CLIO, 2011), 726.
- ↑ A Global Chronology of Conflict: From the Ancient World to the Modern Middle East, Vol. II, ed. Spencer C. Tucker, (ABC-CLIO, 2010), 712.
- ↑ Κατά το διάστημα αυτό άρχισαν και οι διεργασίες, οι οποίες οδήγησαν στη μετεξέλιξη του Βασιλείου της Ρωσίας σε Ρωσική Αυτοκρατορία (1721–1917).
- ↑ 5,0 5,1 Walter Moss, A History of Russia: To 1917, (Anthem Press, 2005), 233.
- ↑ Η διάταξη των ρωσικών στρατευμάτων κατά τη μάχη του Στανιλέστι στην εκστρατεία του Προύθου (1711) Αρχειοθετήθηκε 2017-08-27 στο Wayback Machine., από την ιστοσελίδα του Ιδρύματος Αικατερίνης Λασκαρίδου: el.travelogues.gr
- ↑ Russo-Ottoman War of 1711 (The Pruth Campaign), Conflict and Conquest in the Islamic World: A Historical Encyclopedia, Vol.1, ed. Alexander Mikaberidze, (ABC-CLIO, 2011), 772.
- ↑ Ionel Cândea, "Asediu Brăilei de la 1711. Două puncte de vedere contemporane Αρχειοθετήθηκε 2016-03-10 στο Wayback Machine.", in Analele Universității „Dunărea de Jos” din Galați - Seria Istorie, Seria 19, VII/2008, p. 91-95.
- ↑ Cernovodeanu, Paul (1995), «Notes and comments», στο: Cantemir, Dimitrie, επιμ., Scurtă povestire despre stârpirea familiilor lui Brâncoveanu și a Cantacuzinilor, Bucharest: Minerva Publishing, σελ. 59
- ↑ Russo-Ottoman War of 1711 (The Pruth Campaign), Conflict and Conquest in the Islamic World: A Historical Encyclopedia, Vol.1, 772.
- ↑ Ahmad III, H. Bowen, The Encyclopaedia of Islam, Vol. I, ed. H.A.R. Gibb, J.H. Kramers, E. Levi-Provencal and J. Shacht, (E.J.Brill, 1986), 269.
- ↑ Stanford J. Shaw, History of the Ottoman Empire and Modern Turkey, Vol. 1, (Cambridge University Press, 1976), 231.
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Enciclopedia României - Bătălia de la Stănileşti (7/18 – 11/22 iulie 1711) (στα ρουμανικά)